- φαλαγγαρχία
- η, ΝΜΑ [φαλαγγάρχης]νεοελλ.-μσν.η αρχή, το αξίωμα τού φαλαγγάρχηαρχ.1. στρατιωτικό σώμα από 4.096 άνδρες, στρατηγία2. ομάδα από 64 ελέφαντες.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
φαλαγγαρχία — φαλαγγαρχίᾱ , φαλαγγαρχία corps of 4096 fem nom/voc/acc dual φαλαγγαρχίᾱ , φαλαγγαρχία corps of 4096 fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φαλαγγαρχία η — το αξίωμα του φαλαγγάρχη … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
φαλαγγαρχίας — φαλαγγαρχίᾱς , φαλαγγαρχία corps of 4096 fem acc pl φαλαγγαρχίᾱς , φαλαγγαρχία corps of 4096 fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φαλαγγαρχίαι — φαλαγγαρχίᾱͅ , φαλαγγαρχία corps of 4096 fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φαλαγγαρχίαν — φαλαγγαρχίᾱν , φαλαγγαρχία corps of 4096 fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
στρατηγία — η, ΝΜΑ, και ιων. τ. στρατηγίη Α [στρατηγός] 1. το αξίωμα ή το έργο τού στρατηγού 2. η χρονική περίοδος κατά την οποία διατελεί κανείς στρατηγός, έχει την αρχηγία τού στρατού αρχ. 1. στρατηγική ικανότητα, στρατηγική δεινότητα («λέξον ἡμῑν πόθεν… … Dictionary of Greek